-
1 επικρατεια
(ρᾰ) ἥ1) господство, владычество, власть, обладаниеκαταθέσθαι τι ἐν τῇ ἐπικρατείᾳ τινός Xen. — передать что-л. в чьё-л. владение
2) владения, область(Καρχηδονίων Plat., Arst.; Φοινίκων Plut.)
κρήνη ῥέουσα ὑπὸ τῇ ἐπικρατείᾳ τοῦ χωρίου Xen. — источник, текущий в этой области3) (пре)одоление, превосходство Polyb., Plut.κατ΄ ἐπικράτειαν Sext. — в большей части
-
2 ἐπι-κράτεια
ἐπι-κράτεια, ἡ, Uebergewalt, Oberherrschaft, Gewalt; ἔξω τῆς τοῦ τυράννου ἐπικρατείας γίγνεσϑαι Xen. Hier. 6, 13; öfter Pol.; Sieg, 2, 1, 3, D. Cass. 65, 18; – das Gebiet, εἰς τὴν Καρχηδονίων ἐπικράτειαν φυγεῖν Plat. Ep. VII, 349 c; κρήνη ὑπὸ τῇ ἐπικρατείᾳ τοῦ χωρίου Xen. An. 6, 2, 4; Plut.
См. также в других словарях:
Ιορδανία — Επίσημη ονομασία: Χασεμιτικό Βασίλειο της Ιορδανίας Έκταση: 92.300 τ. χλμ. Πληθυσμός: 5.307.470 (2002) Πρωτεύουσα: Αμμάν (1.415.000 κάτ. το 1999)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας, στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Δ με το Ισραήλ και τη Δυτική Όχθη… … Dictionary of Greek
τουρκιά — Χώρα της εγγύς Ανατολής. Το ευρωπαϊκό τμήμα της συνορεύει με την Ελλάδα και τη Βουλγαρία και βρέχεται από το Αιγαίο Πέλαγος, τον Εύξεινο Πόντο και την Προποντίδα. Το ασιατικό τμήμα της συνορεύει με την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, τη Γεωργία, το… … Dictionary of Greek